froze the deposit money - ορισμός. Τι είναι το froze the deposit money
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι froze the deposit money - ορισμός

FUNDS HELD IN DEMAND DEPOSIT ACCOUNTS
Demand Deposit; Demand deposits; Bank money; Deposit money; Scriptural money
  • U.S. demand deposits at [[commercial bank]]s, 1995–2012

Demand deposit         
Demand deposits or checkbook money are funds held in demand accounts in commercial banks. These account balances are usually considered money and form the greater part of the narrowly defined money supply of a country.
deposits         
SAVINGS ACCOUNT, CURRENT ACCOUNT, OR OTHER TYPE OF BANK ACCOUNT
Deposit accounts; Deposits; Deposit (bank); Bank deposits; Automatic transfer service account; Depositor; Deposit & Withdrawal; Bank deposit; Short term deposit; Depositors
n. coal; mineral; oil deposits
depositor         
SAVINGS ACCOUNT, CURRENT ACCOUNT, OR OTHER TYPE OF BANK ACCOUNT
Deposit accounts; Deposits; Deposit (bank); Bank deposits; Automatic transfer service account; Depositor; Deposit & Withdrawal; Bank deposit; Short term deposit; Depositors
(depositors)
A bank's depositors are the people who have accounts with that bank.
N-COUNT

Βικιπαίδεια

Demand deposit

Demand deposits or checkbook money are funds held in demand accounts in commercial banks. These account balances are usually considered money and form the greater part of the narrowly defined money supply of a country. Simply put, these are deposits in the bank that can be withdrawn on demand, without any prior notice.